- κάνθαρος
- ο1) жук; 2) драга; 3) морской карась
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Κάνθαρος — dung beetle masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κάνθαρος — dung beetle masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κάνθαρος — Τύπος αγγείου πόσης κατά την αρχαιότητα. Το κυρίως σώμα του κ. στηριζόταν σε ένα ψηλό πόδι, φέροντας από τη μία και την άλλη πλευρά δύο μεγάλες καμπυλωτές λαβές. Κατασκευαζόταν από άργιλο ή ορείχαλκο και ήταν πολύ διαδεδομένο στη Βοιωτία, στην… … Dictionary of Greek
κάνθαρος — ο τάξη εντόμων, σκαθάρι … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Κανθάρω — Κάνθαρος dung beetle masc nom/voc/acc dual Κάνθαρος dung beetle masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κανθάρω — κάνθαρος dung beetle masc nom/voc/acc dual κάνθαρος dung beetle masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κανθάροις — Κάνθαρος dung beetle masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κανθάροις — κάνθαρος dung beetle masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κανθάρου — Κάνθαρος dung beetle masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κανθάρου — κάνθαρος dung beetle masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κανθάρους — Κάνθαρος dung beetle masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)